«Να ελεγχθεί η υπερκατανάλωση και η συνταγογράφηση φαρμάκων»

  «Επικίνδυνες και μακριά από την πραγματικότητα» χαρακτηρίζει ο Πασχάλης Αποστολίδης, πρόεδρος του Συνδέσμου Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδας (ΣΦΕΕ), τις τοποθετήσεις ότι μεγάλη μερίδα ασθενών ίσως παίρνουν ή έπαιρναν φαρμακευτικές αγωγές που δεν τους ήταν / είναι απαραίτητες, αλλά αποτέλεσμα κατευθυνόμενης συνταγογράφησης.

Όπως λέει σε συνέντευξή του στο Αθηναϊκό Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, «οι ανακρίβειες αυτές, επηρεάζουν αρνητικά τους ασθενείς και την κοινή γνώμη και δημιουργούν έντονη ανασφάλεια, ενώ επιχειρούν να μηδενίσουν τη συνεισφορά ενός ολόκληρου κλάδου».

Αναφερόμενος στην υπόθεση Novartis και αν με αφορμή αυτήν, βρίσκεται όλη η φαρμακοβιομηχανία με την «πλάτη στον τοίχο», απαντά πως είναι δίκαιο να μην γίνονται γενικεύσεις που συσκοτίζουν την ανεύρεση της αλήθειας και συμπληρώνει: «Φήμες, εικασίες και υπερβολές δεν ωφελούν κανέναν. Η συγκεκριμένη υπόθεση αφορά την ίδια την εταιρεία και έχουμε απόλυτη εμπιστοσύνη στη Δικαιοσύνη, ότι θα διαλευκανθούν οι εικασίες το ταχύτερο δυνατό».

Για τις σχέσεις γιατρών και φαρμακευτικών εταιρειών, εξηγεί πως η φαρμακοβιομηχανία επενδύει στην ιατρική εκπαίδευση και επιμόρφωση, ώστε οι γιατροί να είναι ενημερωμένοι για τις τελευταίες εξελίξεις. Σημειώνει επίσης ότι ο ΣΦΕΕ πίεσε έντονα για την ψήφιση του Ν. 4316/2014 περί δημοσιοποίησης των παροχών των φαρμακευτικών εταιριών προς τους επαγγελματίες υγείας και τις επιστημονικές εταιρίες.

Ο πρόεδρος του ΣΦΕΕ εκτιμά ότι η αύξηση της φαρμακευτικής δαπάνης δεν οφείλεται στις τιμές, αλλά κυρίως στη μη ελεγχόμενη συναταγογράφηση και κατανάλωση φαρμάκων, και σημειώνει «ότι η τιμολόγηση φαρμάκων είναι αποκλειστική αρμοδιότητα του Κράτους, είναι αυστηρά νομοθετημένη και οι τιμές προκύπτουν από τον μέσο όρο των τριών χαμηλότερων τιμών στην Ευρωπαϊκή Ένωση».

Όσον αφορά τη δημόσια φαρμακευτική δαπάνη στα χρόνια της κρίσης, λέει ότι έχει μειωθεί κατά 62%, ενώ οι ανάγκες των ασθενών, των ανασφάλιστων, των μεταναστών και των προσφύγων αυξάνονται ραγδαία.

Τέλος, αναφέρει ότι οι ασθενείς με κανένα τρόπο δεν «χρησιμοποιούνται» από τη φαρμακοβιομηχανία ως μοχλός πίεσης προς την Πολιτεία και καταλήγει: «υπάρχει ο Κώδικας Επικοινωνίας με τους Ασθενείς τόσο του ΣΦΕΕ όσο και του Ευρωπαϊκού μας Συνδέσμου (EFPIA) και υπάρχουν και αυστηροί κανόνες ηθικής, που μας καθοδηγούν και μας δεσμεύουν στην επικοινωνία μας με τους Συλλόγους Ασθενών».

Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της συνέντευξης του Πασχάλη Αποστολίδη στο ΑΠΕ-ΜΠΕ και στον δημοσιογράφο Μιχάλη Κεφαλογιάννη

ΕΡ: Με αφορμή τις τελευταίες εξελίξεις και την υπόθεση Novartis που διερευνάται από τη Δικαιοσύνη, η φαρμακοβιομηχανία βρίσκεται θα έλεγε κανείς με την πλάτη στον τοίχο. Δικαίως;

AΠ: Η συγκεκριμένη υπόθεση αφορά την ίδια την εταιρεία και έχουμε απόλυτη εμπιστοσύνη στη Δικαιοσύνη, ότι θα διαλευκανθούν οι εικασίες το ταχύτερο δυνατό. Δίκαιο είναι να μην γίνονται γενικεύσεις που συσκοτίζουν την ανεύρεση της αλήθειας. Άλλωστε, το δίκαιο επιχειρείν είναι πρώτα από όλα απαίτηση και συμφέρον του φαρμακευτικού κλάδου, ενώ ο κλάδος στο σύνολό του δικαίως αισθάνεται υπερήφανος για τη στήριξη των ασθενών όλα αυτά τα δύσκολα χρόνια. Φήμες, εικασίες και υπερβολές δεν ωφελούν κανέναν.

ΕΡ: Πόσο αυστηρά νομοθετημένες είναι οι σχέσεις του κλάδου της φαρμακοβιομηχανίας με τους επαγγελματίας υγείας;

ΑΠ: Η σχέση των επαγγελματιών υγείας με τις φαρμακευτικές εταιρeίες είναι απόλυτα νόμιμη και αυστηρά ρυθμισμένη στην Ελλάδα, όπως ισχύει και σε όλες τις χώρες του κόσμου. Προβλέπεται σε νόμο και εξασφαλίζει στους ασθενείς ότι τα φάρμακα που κυκλοφορούν είναι ασφαλή και οι επαγγελματίες υγείας είναι ενημερωμένοι. Είμαστε περήφανοι που συνεργαζόμαστε και επενδύουμε σε Έλληνες επιστήμονες, υψηλού επιστημονικού και ηθικού κύρους, διακεκριμένων στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Οι αμοιβές μάλιστα των επαγγελματιών υγείας για παροχή επιστημονικών και συμβουλευτικών υπηρεσιών προς τις φαρμακευτικές εταιρίες είναι καθ? όλα νόμιμες, βάσει αυστηρού πλαισίου δεοντολογίας (όπως ισχύει και σε όλες τις χώρες του κόσμου) και οι δαπάνες εκπαίδευσής τους έχουν συγκεκριμένο πλαφόν που προβλέπεται: α) από εγκύκλιο του ΕΟΦ, β) από Υπουργική Aπόφαση, και γ) από τον Κώδικα Δεοντολογίας του ΣΦΕΕ. Επίσης, δημοσιοποιούνται και στη ΔΙΑΥΓΕΙΑ, ήδη από ιδρύσεως της το 2010, στην ιστοσελίδα του ΕΟΦ και στην ιστοσελίδα της κάθε φαρμακευτικής εταιρίας.

EΡ: Δημιουργείται η αίσθηση- μετά το θόρυβο που έχει ξεσπάσει -σε μεγάλη μερίδα ασθενών ότι ίσως παίρνουν ή έπαιρναν φαρμακευτικές αγωγές που δεν ήταν απαραίτητες. Τι απαντάτε στους ασθενείς;

ΑΠ: Ο δημόσιος διάλογος περιλαμβάνει ανακρίβειες, που επηρεάζουν αρνητικά τους ασθενείς και την κοινή γνώμη και δημιουργούν έντονη ανασφάλεια και αμφισβήτηση, ενώ επιχειρούν να μηδενίσουν τη συνεισφορά ενός ολόκληρου κλάδου. Είναι επικίνδυνες τέτοιες τοποθετήσεις και μακριά από την πραγματικότητα. Εμείς επενδύουμε στην ιατρική εκπαίδευση και επιμόρφωση, ώστε οι γιατροί να είναι άρτια εκπαιδευμένοι και ενημερωμένοι για τις τελευταίες εξελίξεις στο χώρο. Άλλωστε παγκοσμίως τα συστήματα υγειονομικής περίθαλψης εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν στενότητα πόρων και η διαθεσιμότητα ιατρικής εκπαίδευσης και επιμόρφωσης είναι περιορισμένη και γίνεται κυρίως με ιδιωτικούς πόρους. Η σχέση ιατρού ? ασθενή είναι ιερή και δεν πρέπει να την θέτουμε σε αμφισβήτηση. Όπως δεν πρέπει να θέτουμε σε αμφισβήτηση ότι ο γιατρός είναι ο μόνος υπεύθυνος και ο μόνος που γνωρίζει τι να συνταγογραφήσει σε κάθε περίπτωση.

EΡ: Ο κώδικας δεοντολογίας αρκεί ή μήπως ο ΣΦΕΕ θα χρειαστεί να επιβάλει επιπλέον αυστηρούς κανονισμούς, για εκδηλώσεις, συνέδρια, μελέτες κ.α ;

ΑΠ: Ο Κώδικας Δεοντολογίας του ΣΦΕΕ, με τον οποίο ο κλάδος αυτοδεσμεύτηκε ήδη από το 2002 και επικαιροποιεί σε τακτά χρονικά διαστήματα, είναι πολύ πιο αυστηρός και συγκεκριμένος από την ισχύουσα νομοθεσία. Ενδεικτικά, μόνο για τις εκδηλώσεις και τα συνέδρια που αναφέρετε, να σας πω ότι ο ΣΦΕΕ επιβάλει αυστηρές ρυθμίσεις, όπως την απαγόρευση να πραγματοποιούνται συνέδρια σε πολυτελείς χώρους (π.χ. θέρετρα, 5άστερα ξενοδοχεία εκτός πρωτευουσών νομών). Μάλιστα υπάρχει ειδική Επιτροπή ΣΦΕΕ Αξιολόγησης Συνεδρίων, η οποία συνεδριάζει κάθε βδομάδα και αξιολογεί τα συνέδρια που εγκρίνονται από τον ΕΟΦ (περίπου 900 συνέδρια το χρόνο) και επιβάλει αυστηρότατους κανονισμούς.

EΡ: Είστε υπέρ της δημοσιοποίησης όλων των σχέσεων της φαρμακοβιομηχανίας με τους επαγγελματίες υγείας; Με ποιο τρόπο η διαφάνεια μπορεί να βοηθήσει και τις δύο πλευρές;

ΑΠ: Απολύτως, ναι. Ο φαρμακευτικός κλάδος διαχρονικά στηρίζει και προάγει το πλαίσιο της νομιμότητας, της διαφάνειας και της πλήρους δημοσιοποίησης, καθώς με αυτόν τον τρόπο διασφαλίζεται η δίκαιη και απρόσκοπτη πρόσβασης των Ελλήνων ασθενών στα φάρμακα και η στήριξη των Ελλήνων επιστημόνων και η ιατρική επιστήμη. Με την αύξηση της διαφάνειας αυτής της ζωτικής σχέσης φαρμακευτικών εταιριών με επαγγελματίες υγείας, που ήδη υπόκειται σε ένα εκτενές πλέγμα κανονιστικών ρυθμίσεων, επιδιώκεται να αποσαφηνιστεί περαιτέρω η συνεργασία των εταιριών με τους ιατρούς. Πιέσαμε έντονα για την ψήφιση του Ν. 4316/2014 περί Δημοσιοποίησης των παροχών των φαρμακευτικών εταιριών προς τους επαγγελματίες υγείας και τις επιστημονικές εταιρίες. Παραστήκαμε δύο φορές (Ιούνιο και Δεκέμβριο 2016) σε ακρόαση στην Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων, ώστε να διασφαλιστεί η πλήρης εφαρμογή του Νόμου. Η τελική απόφαση της Αρχής περιόρισε το πεδίο εφαρμογής του Νόμου μόνο σε παροχές που αφορούν σε προωθητικά συνέδρια, αλλά τουλάχιστον έγινε ένα βήμα στη σωστή κατεύθυνση και ήδη, από 01.01.2018, στην ιστοσελίδα του ΕΟΦ αναρτήθηκαν οι παροχές σε επαγγελματίες υγείας και επιστημονικούς φορείς.

ΕΡ: Σε πρόσφατη εκδήλωση, η νομικός σύμβουλος του ΣΦΕΕ, Δήμητρα Λεμπέση, παρουσίασε τις μεταρρυθμίσεις που έγιναν στον κλάδο τα τελευταία 7 ½ χρόνια. Αυτό σημαίνει ότι πριν από το 2010 δεν υπήρχαν τόσες δικλείδες ασφαλείας για μη νόμιμες πρακτικές;

ΑΠ: Στην εκδήλωση παρουσιάστηκαν αναλυτικά τα τεράστια βήματα μεταρρυθμίσεων και θεσμικών αλλαγών που έγιναν για τη θωράκιση του συστήματος Υγείας, αλλά και η συχνή αλλαγή του πλαισίου που οδηγεί σε μη προβλεψιμότητα. Ενδεικτικά να αναφέρω ότι βάσει μελέτης του καθηγητή Κυριάκου Σουλιώτη το διάστημα 2011-2016 είχαμε 1 νομοθετική ρύθμιση κάθε 11 ημέρες, η οποία άλλαζε τις προηγούμενες ρυθμίσεις! Από τη μια πλευρά χαιρόμαστε, γιατί μεγάλο μέρος των αλλαγών ήταν και δικές μας προτάσεις που εδώ και χρόνια ζητούσαμε από την Πολιτεία να εφαρμοστούν. Από την άλλη πλευρά, όμως, δεν αρκεί η ψήφιση μιας ρύθμισης αλλά χρειάζεται και η πλήρης εφαρμογή της, καθώς και μια σταθερότητα. Το στοίχημα, λοιπόν, είναι συλλογικό και διαρκές, καθώς η αναβάθμιση της ποιότητας των θεσμών δεν έχει ημερομηνία λήξεως.

ΕΡ: Πολλοί υποστηρίζουν ότι ήρθε η ώρα η φαρμακοβιομηχανία να πληρώσει το λογαριασμό για τη μεγάλη αύξηση της φαρμακευτικής δαπάνης πριν από τα μνημόνια. Όντως αυτό συμβαίνει σήμερα;

AΠ: Να διευκρινίσουμε, καταρχήν, ότι η αύξηση της φαρμακευτικής δαπάνης δεν οφείλεται στις τιμές, αλλά κυρίως στη μη ελεγχόμενη κατανάλωση φαρμάκων. Ο έλεγχος προϋποθέτει την εφαρμογή συγκεκριμένου νομοθετικού πλαισίου, την ευθύνη του οποίου έχει η Πολιτεία. Και επειδή πολλά ακούγονται και για τις τιμές, επιστρέψτε μου να σημειώσω ότι η τιμολόγηση φαρμάκων είναι αποκλειστική αρμοδιότητα του Κράτους, είναι αυστηρά νομοθετημένη και οι τιμές προκύπτουν από τον μέσο όρο των τριών χαμηλότερων τιμών στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Αναφορικά στη δημόσια φαρμακευτική δαπάνη, στα χρόνια της κρίσης έχει μειωθεί κατά 62%, ενώ οι ανάγκες των ασθενών, των ανασφάλιστων, των μεταναστών και των προσφύγων αυξάνονται ραγδαία. Από το ένα άκρο πήγαμε στο άλλο και είναι κοινή αντίληψη ότι η συνολική φαρμακευτική δαπάνη που έχει οριστεί για τα τελευταία 3 χρόνια (2,5 δισ. ευρώ) δεν επαρκεί να καλύψει τις ανάγκες της χώρας μας. Ωστόσο, η δραστική μείωση της δαπάνης δεν επηρέασε την πρόσβαση των ασθενών στις θεραπείες τους μέχρι τώρα, γιατί οι φαρμακευτικές εταιρίες μέσω των υποχρεωτικών εκπτώσεων κι επιστροφών έχουν απορροφήσει τη μείωση της δαπάνης, δηλαδή την όποια υπέρβασή της την πληρώνει ως υποχρεωτική επιστροφή ο φαρμακευτικός κλάδος (clawback) και οι ασθενείς με την αυξημένη συμμετοχή τους.

Αποτελούμε κύριο πυλώνα χρηματοδότησης του συστήματος Υγείας, συνεισφέροντας στο 1/3 της φαρμακευτικής δαπάνης (μόνο για το 2017 επιστρέψαμε πάνω από 1 δισ. ευρώ στο δημόσιο), 4 φορές πάνω από τον αντίστοιχο Ευρωπαϊκό μέσο όρο και παράλληλα το υψηλότερο ποσοστό από κάθε άλλο κλάδο της Ελληνικής οικονομίας. Εμείς στηρίζουμε το σύστημα υγείας, επιστρέφοντας πάνω από 1,2 δισ.ευρώ και καλύπτοντας όλους τους ανασφάλιστους 850.000 για το 2017 με κόστος 165 εκατ. ευρώ, ποσό που για το 2018 θα ξεπεράσει τα 200 εκατ. ευρώ), υποκαθιστώντας την κοινωνική πολιτική του κράτους. Όμως, χωρίς βιώσιμες φαρμακευτικές εταιρείες δεν υπάρχει βιώσιμο Δημόσιο Σύστημα Υγείας και φοβούμαστε πως τελικά το λογαριασμό θα τον πληρώσουν οι ασθενείς!

ΕΡ: Ένα μεγάλο άγχος των ασθενών, ιδίως όσων έχουν ανάγκη τα καινοτόμα - συνήθως ακριβά - φάρμακα, είναι ότι αυτά ίσως να μην είναι διαθέσιμα από τις εταιρείες, όσο μειώνεται η φαρμακευτική δαπάνη. Πως θα τους καθησυχάζατε;

ΑΠ: Παγκοσμίως τα συστήματα υγείας έχουν να αντιμετωπίσουν σημαντικές προκλήσεις και δοκιμάζονται κάτω από την πίεση που δημιουργείται από διάφορους παράγοντες, όπως: την αύξηση του προσδόκιμου ζωής, τον γηράσκοντα πληθυσμό, την αύξηση των χρονίων νοσημάτων, διάφορες πολιτικές και οικονομικές πιέσεις, περιορισμένους προϋπολογισμούς.

Τα πράγματα είναι ακόμα πιο δύσκολα για το υγειονομικό σύστημα στην Ελλάδα, καθώς στους παραπάνω παράγοντες πίεσης προστίθενται η αλλαγή του επιδημιολογικού προφίλ των Ελλήνων, η αύξηση της ανεργίας, η σημαντική μείωση των εργοδοτικών εισφορών, η αύξηση των ανασφαλίστων και τα κυριότερο η μείωση της δημόσιας φαρμακευτικής δαπάνης σε ποσοστό πάνω από 60% από το 2009 ως σήμερα. Ακόμη και το Υπουργείο Υγείας αναγνωρίζει πως η φαρμακευτική δαπάνη δεν επαρκεί. Βλέπετε είναι άλλες οι λογιστικές και άλλες οι πραγματικές ανάγκες των ασθενών.

Επιπλέον, η κυβέρνηση δυστυχώς τιμωρεί την καινοτομία, επιβαρύνοντάς την συνεχώς με οριζόντια μέτρα, όπως το τέλος εισόδου 25% που ψηφίστηκε - με αναδρομική μάλιστα ισχύ - μεταξύ άλλων το 2017. Όλη αυτή η έμμεση φορολόγηση δημιουργεί θέματα βιωσιμότητας για τις εταιρείες του κλάδου και δυσχεραίνουν ιδιαίτερα την πρόσβαση των ασθενών σε νέες, αλλά και υπάρχουσες θεραπείες.

Η πρόκληση, λοιπόν, για το ελληνικό σύστημα υγείας, όπως συμβαίνει σε όλα τα συστήματα υγείας παγκοσμίως, είναι να βρει τρόπο να απορροφήσει τα νέα καινοτόμα και συνήθως πιο ακριβά φάρμακα. Η μείωση της σπατάλης με έλεγχο της συνταγογράφησης μέσω της πλήρους εφαρμογής πρωτοκόλλων και μητρώων ασθενών, ο εξορθολογισμός και σε άλλα κέντρα κόστους, η αξιολόγηση της καινοτομίας, η διαπραγμάτευση των νέων φαρμάκων, η εκπαίδευση για τη μη υπερκατανάλωση φαρμάκων και η προώθηση των γενοσήμων είναι λύσεις που θα εξοικονομούσαν τους αναγκαίους πόρους και δεν θα στερούσαν την ελπίδα από τους ασθενείς.

ΕΡ: Η φαρμακοβιομηχανία διεθνώς και στην Ελλάδα δέχεται κριτική και για τις σχέσεις της με τους συλλόγους ασθενών που «χρησιμοποιούνται» ως μοχλός πίεσης. Βέβαια, υπάρχει και αντίλογος που λέει ότι όταν διεκδικούν, καταφέρνουν να έχουν τα φάρμακα που χρειάζονται οι ασθενείς που εκπροσωπούν , ακόμη και σε καλύτερες τιμές όπως συνέβη με την ηπατίτιδα C. Τι πιστεύετε;

AΠ: Οι ασθενείς δεν «χρησιμοποιούνται» από τη φαρμακοβιομηχανία με κανένα τρόπο. Άλλωστε υπάρχει ο Κώδικας Επικοινωνίας με τους Ασθενείς τόσο του ΣΦΕΕ όσο και του Ευρωπαϊκού μας Συνδέσμου (EFPIA) και υπάρχουν και αυστηροί κανόνες ηθικής, που μας καθοδηγούν και μας δεσμεύουν στην επικοινωνία μας με τους Συλλόγους Ασθενών. Σεβόμαστε απόλυτα τις ανάγκες των ασθενών και είναι αυτοί ακριβώς που βρίσκονται στο επίκεντρο όλων των δραστηριοτήτων μας. Εργαζόμαστε όλοι με ένα κοινό στόχο περισσότερη και καλύτερη ζωή και αναζητούμε διαρκώς νέες, καινοτόμες θεραπευτικές λύσεις και σωτήριες θεραπείες.

Λεπτομέρειες στη συνδρομητική σελίδα του ΑΠΕ-ΜΠΕ.
© ΑΠΕ-ΜΠΕ ΑΕ. Τα πνευματικά δικαιώματα ανήκουν στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ΑΕ.
Απαγορεύεται η αναπαραγωγή από επισκέπτες της ιστοσελίδας.
NEWS ROOM
ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ